Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020

Μικροσημειώσεις... κάτι χρόνια μετά


2002 Ανύποπτος χρόνος.. Από τους συνηθισμένους καιρούς. Από εκείνες τις μέρες που η ζωή προχωρά ίδια, με τα παιδιά να διασκεδάζουν με τους φίλους τους στο σαλόνι, είτε παίζοντας μουσική είτε παίζοντας με τα κομπιούτερς, είτε σκαρώνοντας φάρσες… Όσο για μένα, δουλειά ευτυχώς, και ευτυχώς σπίτι. Δουλειά -  σπίτι, και το μικρόβιο της αστρολογίας σαν προσωπικό κέφι. Τελείωσα τη Μάγιο σχολή της Αστρολογίας αλλά δεν ήξερα πραγματικά πως ανοίγει ο δρόμος σε ένα γοητευτικό χώρο ..
Πέσαμε για ύπνο το βράδυ άλλη μια φορά, με την καρδιά καθαρή και με υπομονή για τα συνήθη επόμενα της κάθε μέρας…
Όλοι γι ύπνο.. Μεσάνυχτα..Ύπνος… Εκεί έγινε σεισμός. Μέσα στη νύχτα. Η γκρίζα νύχτα είχε ντύσει την πόλη από πάνω και ο σεισμός την κούναγε άτσαλα. Στο δικό μου κομπιούτερ καθόταν ένας άγνωστος, μέσα στο σπίτι μου κι έγραφε, ή έπαιζε, δεν με νοιάζει τι έκανε, δεν είχε καμιά δουλειά μέσα στο σπίτι το δικό μου όμως.. Ο σεισμός τον πέταξε πάνω. Βούτηξε το φουστάνι μου, πού το βρήκε; Μακρύ, αρχαιοελληνικό στυλ, με απαλό και δυνατό ύφασμα, φουστάνι μακρύ, με μια λαδοπράσινη οριζόντια πράσινη χοντρή ρίγα για κατάληξη, όλο κρεμ, με μικρά λαχούρια.   Καβάλησε ένα μπλε πενηντάρι παπάκι, σαν το δικό  μου,( ή ήταν το δικό μου;) κι άρχισε να τρέχει σαν κλέφτης στη λεωφόρο.. Τα σπίτια και οι πολυκατοικίες, οι λεωφόροι και οι δρόμοι, σκοτεινοί ταρακουνιόνταν και όλη η πόλη γύρισε ανάποδα.. Σαν τραπουλόχαρτο, σαν ένας μεγάλος ασπρόμαυρος άσσος μπαστούνι..
Κι η πόλη χάθηκε κάτω από τη γή.. Ή μάλλον κάτω ήταν γή. Χωμάτινο δρομάκι. Μονοπάτι. Στα πόδια δεν φορούσα παπούτσια, φορούσα την μακριά μου ολόισια μπλε φούστα και την μαύρη ριχτή και κολλητή μου μπλούζα με το κορδελάκι στη φαρδιά λαιμόκοψη και τα μισά μανίκια.. Ήμουν μόνη μου. Μπροστά μου ήταν μόνο το μονοπάτι κι άρχισα να το περπατάω, ξυπόλητη. Το μονοπάτι ανέβαινε, και η θέα απλωνόταν όλο και περισσότερο. Τα μάτια μου γέμισαν με τη θέα τόπων, κάθε είδους, βουνά, ποταμοί, πεδιάδες , οροπέδια, κοιλάδες, στο μεγαλείο των χρωμάτων τους και του φωτός τους. Ο ουρανός ένα υπέροχο μπλε , γεμάτος ειρήνη. Ανέβαινα το μονοπάτι απολαμβάνοντας τη θέα κι αναρωτήθηκα, μόνη μου είμαι;. Γύρισα πίσω να κοιτάξω, δεν ήμουν μόνη μου, αλλά και πάλι ο κόσμος ήταν μακριά. Ήταν κόσμος πίσω, ένα μπουλούκι  ανθρώπων, ένα ακαθόριστο σκούρο μπουλούκι πίσω μου αρκετά μέτρα μακριά στο ίδιο μονοπάτι , τόσο που δεν μπορούσα να καταλάβω ποιος είναι ποιος, αλλά ήταν όλοι μαζί. Είχα σταθεί, γύρισα προς τα μένα, κοίταξα τα ξυπόλυτα πόδια μου, περπατώντας είχα φτάσει στον ουρανό και ακόμα πατούσα το ίδιο χωμάτινο μονοπάτι. Από κάτω ήταν ο «κόσμος», δηλαδή, το κόσμημα. Η γή, αληθινή, χρωματιστή, πανέμορφη. Στα γυμνά πόδια μου, αριστερά κι δεξιά  ήταν δυο αρνάκια.  «Α, σκέφτηκα, το ένα είναι λίγο μεγαλύτερο από το άλλο. Το ένα θα θυμάται πώς ήταν ο κόσμος πριν, το άλλο θα νομίζει ότι τώρα άρχισαν όλα»…..

Η ζωή στην πόλη είχε πάντα το ίδιο γκρίζο στυλ, ειδικά στην Αθήνα τον τρόπο ζωής των πληβείων. Των «τυχερών» που βρίσκουν τα πάντα, αλλά που δεν έχουν την δύναμη να απολαύσουν τη ζωή τους, εκτός κι αν είναι λίγο πιο επικεντρωμένοι εκεί που πρέπει, όταν πρέπει, ώστε να τους επιτρέπει ο χρόνος κάποια βήματα στην πάντα αναζητούμενη προσωπική εξέλιξη πέρα από τις ανάγκες και τις υποχρεώσεις. Είχα φίλους στον αστρολογικό χώρο, όταν έχεις ένα ενδιαφέρον, το επόμενο βήμα είναι να το μοιράζεσαι με όμοιους.  Σε έναν χώρο που λεγόταν ξέφραγο αμπέλι γιατί δεν υπήρχε πουθενά παιδεία για το συγκεκριμένο αντικείμενο. Γιατί αστρολόγο ονόμαζαν τον εαυτό τους αυτοί που δούλευαν με αποκρυφιστικά μέσα και ήταν πιο αποδεκτό μια ταμπέλα πιο αθώα να προστατεύει εργασίες μαγικών επικλήσεων και να σκεπάζει στην κουβέρτα του ανθρώπινους πόθους και αδυναμίες που ζητούν ένα θαύμα. Τα αληθινά όμως ενδιαφέροντα δεν κρύβονται, κι έτσι καμιά «κουβέρτα» δεν μπορεί να κρύψει «αταίριαστα σώματα».
Γι αυτό το λόγο όμως κατέληξα στην ξένη σχολή. Όταν γνώριζα αστρολόγους με τους οποίους έγινα φίλη, και που δεν ανήκαν στα αταίριαστα σώματα κάτω από την κουβέρτα, τους θαύμαζα. Ήξεραν πιο πολλά, είχαν τον αέρα της εύκολης απάντηση του ανθρώπου που γνωρίζει πολλά, και μια δική τους ανωτερότητα. Πίσω από αυτά βρίσκονταν και οι προθέσεις, και καλές, μα και αδύναμες, όπως , μα όπως  παντού γίνεται με όλον τον κόσμο.  

Το κουνέλι στο καπέλο

Δεν νομίζω πως οι χαρακτήρες των ανθρώπων  είναι ιδιαίτεροι σε έναν χώρο ενδιαφέροντος ή επαγγέλματος.  Οι αστρολόγοι προσπαθούσαν να πείσουν ότι είναι επιστήμονες, μέσα στη διάρκεια του 20ου αιώνα, να διαχωριστούν από τα αποκρυφιστικά μέλη του χώρου, κι οι αποκρυφιστές να ονομάζονται αστρολόγοι.  Οι συνηθισμένοι άνθρωποι, οι πελάτες αναζητούσαν τον επαγγελματία τους, το μάγο τους που θα κάνει μια κίνηση με το ραβδί του και θα φέρει πίσω τον άπιστο εραστή, ή ερωμένη.  Τον άνθρωπο που θα τους πει την κατάλληλη λέξη στην κατάλληλη στιγμή έστω. Και είναι το πιο απλό στην πραγματικότητα. Η σωστή λέξη, την σωστή στιγμή είναι το ραβδί που θα βγάλει το κουνέλι από το καπέλο. Και μπορεί να το κάνει ή να μη το κάνει ο οποιοσδήποτε. Ο αστρολόγος όμως έχει την ευθύνη να το κάνει, γιατί αυτό είναι που πουλάει.  Τη σωστή κουβέντα,  όχι το κουνέλι από το καπέλο.
Από τη στιγμή που πήρα το Δίπλωμα της Αγγλικής Αστρολογικής Σχολής είχα ένα δυνατό όπλο στο χέρι. Μια ιδέα καταξίωσης που την άξιζα. Ένα χαρτί – από αυτά που κάποιοι λένε πως δεν μετράει –το οποίο μου θύμιζε ότι είχα κάνει κόπο για να το κερδίσω, ότι διάβασα αρκετά, ότι σκέφτηκα αυτό που διάβασα, ότι έλυσα ασκήσεις απόδειξης των γνώσεών μου κι ότι έπρεπε γι αυτό να σέβομαι τον εαυτό μου. Η μια από τις δυο φίλες αστρολόγους χάρηκε, ή άλλη είπε με ειρωνικό ύφος κάτι για διπλώματα και παπλώματα, ότι δεν έχουν σημασία τα διπλώματα, αλλά να ξέρεις αστρολογία.  Έπεσε στα μάτια μου η ίδια, όσο για την αστρολογία μου,  είχα ένα σκαλί πατήσει που μου αύξαινε τη θέα…  Μέσα στη θέα αυτή η μια φίλη μίκρυνε σε μέγεθος. Μίκρυνε πιο πολύ όταν πια χρειαζόταν εκείνη τη δική μου συμβουλή. 

Γραμμές 90….

Η πρώτη μου πραγματική επαγγελματική επαφή με το πελατειακό κομμάτι της αστρολογίας που με συγκλόνισε ήταν ήδη η πρώτη τηλεφωνική κλήση στις γραμμές. Η άλλη φίλη εκτίμησε το δίπλωμα, ήταν κάτι που δεν τολμούσε να το κάνει  κανείς εύκολα και μάλιστα σε γλώσσα άλλης χώρας , και μου πρόσφερε την ευκαιρία να δοκιμάσω να μπω στο χορό.. Από αυτήν πήρα σπουδαία πράγματα, έμαθα κυρίως να βλέπω με αγάπη τους ανθρώπους, τους αγνώστους , τους πελάτες.  Η Ε.Ζ. μιλούσε ενθαρρυντικά, φιλικά, ακόμη κι αν έβλεπε κάτι άσχημο θα το έλεγε με τρόπο ανθρώπου που προειδοποιεί για το καλύτερο και ποτέ δεν θα επιχειρούσε να τρομάξει κόσμο για να επιβληθεί. Στο χώρο των αστρολόγων η πρώτη αληθινή γνώση που χάρηκα, ήταν η αγάπη για τους άλλους που εκείνη έβγαζε απλόχερα και όχι ύπουλα. Μια μαμόθρεφτη σαν κι εμένα, που δεν τα έβγαζε πέρα με τον κόσμο πήρε το ένα της μάθημα μέσα από τον ελληνικό αστρολογικό  χώρο.
Το δεύτερο όμως το πήρα σαν χαστούκι στην πρώτη μου τηλεφωνική συνεδρία. Η κοπέλα στην άλλη γραμμή έκλαιγε.  Φοβόταν πως θα την απολύσουν. Εγώ έπρεπε να βάλω έναν χάρτη, θα έκανα έναν γενέθλιο να της πω… Τι; Από γενέθλιο. Σε γραμμή που ο απελπισμένος πελάτης θα πλήρωνε χρυσάφι ανά λεπτό.. Δεν θυμάμαι τι της είπα. Είμαι σίγουρη ότι δεν είπα τη σωστή λέξη τη σωστή στιγμή. Αντίθετα, πολλές λάθος λέξεις. Αυτό με έκανε να ανησυχώ πλέον, κάτι στο δικό μου βασίλειο των γνώσεων δεν πήγαινε καλά. Ίσως θα έπρεπε να έχω κάποια διαίσθηση για να πω τη σωστή λέξη τη σωστή στιγμή, αλλά τότε θα έπρεπε να αγωνιστώ για να την καλλιεργήσω και να μπω στον αποκρυφιστικό χώρο. Αλλά αυτό δεν μου ταίριαζε. Άμα ήθελα να μπω στον χώρο του αποκρυφισμού δεν θα είχα γραφτεί στη Μάγιο, δεν θα είχα κουραστεί να βγάλω τα μαθήματα, αλλά θα είχα πάει αλλού. Όχι, κάτι άλλο έπρεπε να με πάει παραπέρα. Ξεκαθάρισα στον εαυτό μου, δεν πουλώ διαίσθηση. Έχω όπως όλοι, για μένα, αλλά δεν το δούλεψα, δεν μπορώ να δείξω ότι ξέρω κάτι παραπάνω ή ότι είμαι πιο δυνατή από άλλους, δεν είναι δικό μου κτήμα ένας τέτοιος χώρος, ούτε και το θέλω.
Το κενό μου σε κάθε τηλεφωνική συνεδρία μεγάλωνε.  Και η προσευχή μου πλέον ήταν να βρω το σωστό δρόμο. Έτσι όταν βρέθηκα στον Άγιο Εφραίμ εντελώς τυχαία για βόλτα,  είδα που κρατούσε τη φωτιά στο χέρι του, και στην εικόνα μπροστά, του ζήτησα να μου δώσει από αυτό που κρατά στο χέρι του. Από τότε, 2004, μέχρι το 2005 πήγαινα όσο πιο συχνά μπορούσα τις Κυριακές, έκανα την ίδια βόλτα μέχρι τη Νέα Μάκρη, και να του ζητώ να μου δώσει στο κεφάλι από αυτό που κρατά στο χέρι του.

Η γνωριμία με την Ωριαία

Τίποτε πιο στρωτό από το να βρεις κάποιον να ξέρει τι λέει… Όταν ξέρει τι λέει φαίνεται από τη σιγουριά του, τις εξηγήσεις του, και την πραγματική πρόθεση για συζήτηση ουδέτερη χωρίς το παραμικρό συμφέρον από πίσω. Κάποτε σε ένα σεμινάριο αστρολόγων πάνω σε διαδικτυακή φόρμα ο κόσμος έκανε ερωτήσεις. Ο θαυμαστός αστρολόγος με το σοφιστικέ γυαλί  και το μαντήλι στο λαιμό με ύφος άγγλου μπουρζουά των αρχών του 20ου αιώνα θέλησε να απαντήσει στο τι κάνει ο Κρόνος μέσα σε έναν οίκο, και επί 20 λεπτά απαντούσε με όλα τα δεινά που μπορούσε η φαντασία να προσφέρει ενώ σε κάθε πρότασή του συμπλήρωνε με την ερώτηση «Έτσι δεν είναι;». Μάλλον ήθελε να τον σώσουμε από τα δόντια του κοινού…. Εμείς, η κουστωδία από τους υπόλοιπους «γνώστες».  Ο  ερωτών από το κοινό θυμάται κάτι άσχημο σαν απάντηση, αν δεν την έπαιρνε βασικά είμαι σίγουρη ότι δεν θα έχανε απολύτως τίποτα.
Έτυχε λοιπόν να με ισιώσει ένας συνάδελφος στην εταιρεία που δούλευα και καμία σχεση δεν είχε με το αντικείμενο, που είχε έρθει από την Αγγλία και είχε γνωρίσει τον μελλοντικό μου δάσκαλο, τον  J.F. Αυτός μέσα από έναν ωριαίο χάρτη μπορούσε να βρει που είναι μια χαμένη γάτα. Το είδε αμέσως. Εγώ έψαχνα να δω τι κάνει ο Πλούτωνας… Παρεμπιπτόντως τελευταία αμφισβητείται κι ως πλανήτης..  Εκεί κατάλαβα ότι αυτό που ψάχνω υπάρχει. Ο Δ.Π μου δάνεισε το πρώτο σημαντικό αστρολογικό βιβλίο της ζωής μου. Την «Πραγματική αστρολογία». Ο δρόμος άνοιξε, το επόμενο βήμα για τα ξυπόλυτα πόδια μου ήταν στο αεροδρόμιο του Ελ. Βενιζέλος, και ο τελικός προορισμός ήταν η Οξφόρδη.
Οξφόρδη
2006
                         ....και η μαγική ζωή συνεχίζεται....


(Υ.Γ.: όχι, ο ...μπουρζουάς, δεν είναι αυτός που νομίζετε)