Ο Thomas S. Kuhn υποστηρίζει ότι το σύστημα του Κοπέρνικου δεν είναι ούτε
απλούστερο ούτε περισσότερο ακριβές (σε παρατήρηση) από το Πτολεμαϊκό
σύστημα (Kuhn 1962, (1) σελ. 169, 1962 (2) σελ 75). Αν αυτό ισχύει, και αν η
απλότητα και η ακρίβεια της παρατήρησης είναι τα μόνα λογικά εδάφη για την
προτίμηση της μιας επιστημονικής θεωρίας από την άλλη, τότε αυτοί οι άνθρωποι
που προτίμησαν το σύστημα του Κοπέρνικου από του Πτολεμαίου πρέπει να το
έχουν κάνει υπό μή λογικά κίνητρα. Ο Kuhn συμφωνεί με αυτό και και παρέχει
ένα τέτοιο πιθανό κίνητρο στο παρακάτω κείμενο.
"Όπως αναγνώρισε ο Κοπέρνικος ο ίδιος, η πραγματική προσφυγή της
ηλιοκεντρικής αστρονομίας ήταν περισσότερο αισθητική παρά πραγματική. Για
τους αστρονόμους η αρχική επιλογή ανάμεσα στο σύστημα του Κοπέρνικου και
του Πτολεμαίου μπορούσε να είναι μόνο ένα θέμα γεύσης και τα θέματα γεύσης
είναι τα πιο δύσκολα για να καθοριστούν ή να συζητηθούν.(Kuhn 1962 (1) σελ 171)
Εκεί πρέπει να υπάρχει μια βάση, αν και δεν χρειάζεται να είναι ούτε λογική
ούτε απόλυτα σωστή, για την πίστη που επιλέγεται σε αυτήν την συγκεκριμένη
θεωρία. Κάτι πρέπει να έκανε τουλάχιστον μερικούς επιστήμονες να αισθανθούν
ότι η νέα πρόταση είναι στο σωστό δρόμο, και μερικές φορές είναι μόνο κάτι
προσωπικά και ασύνδετες αισθητικές σκέψεις που μπορούν να το κάνουν αυτό.
Οι άνθρωποι έχουν επηρεαστεί στις απόψεις τους σε καιρούς που δικαιολογημένα
τεχνικά επιχειρήματα έδειχναν στην άλλη μεριά. Όταν πρώτο εισήχθησαν, ούτε
του Κοπέρνικου η θεωρία ούτε του De Broglie η θεωρία της ύλης είχε πολύ έδαφος
για εφαρμογή. (Kuhn,1962,* σελ. 157)"
Δεν θα ήθελα να αρνηθώ την αποτελεσματικότητα τέτοιων δικαιολογημένα μη
λογικών παραγόντων όπως το ότι η αισθητική συγκλίνει στο να είναι η αιτία
που άνθρωποι προτιμούν το σύστημα του Κοπέρνικου. Ωστόσο, μπορεί να φανεί
ότι, αντίθετα με αυτά που λέει ο Kuhn το σύστημα του Κοπέρνικου είναι επίσης
λιγότερο αυθαίρετο από το Πτολεμαϊκό με πολλούς ξεκάθαρους τρόπους, έτσι
ώστε, αν δεν υπάρχει άλλη αντιστάθμιση, το σύστημα του Κοπέρνικου ήταν
προτιμότερο σε αναμφισβήτητα λογικά επίπεδα. (Φυσικά, δεν υπήρχαν πιθανώς
άλλοι παράγοντες για να ακυρώσουν αφού το σύστημα του Πτολεμαίου ταιριάζει
κάπως καλύτερα με την γενική αριστοτελική δουλειά, για την οποία δεν υπήρχε
ακόμα μια ισότιμη εναλλακτική.) Θα σημειώσω τρία πλανητικά φαινόμενα για
τα οποία η εξήγηση της άποψης του Κοπέρνικου είναι καθαρά απλούστερη από
του Πτολεμαίου.
1. ΤΟ ΜΕΓΙΣΤΟ ΜΗΚΟΣ της Αφροδίτης και του Ερμή. Οι εσωτερικοί πλανήτες,
ο Ερμής και η Αφροδίτη, μοιράζονται ένα αξιοπαρατήρητο χαρακτηριστικό
που τα κάνει να διαφέρουν από τους εξωτερικούς πλανήτες. Είναι ότι πάντα
τους βλέπουν σχετικά κοντά στον Ήλιο. Η μέγιστη απόσταση του Ερμή διαφέρει
από τις 18 μοίρες ως τις 28 μοίρες και της Αφροδίτης είναι 47 μοίρες. Στο
Πτολεμαϊκό σύστημα με τη Γη ως κέντρο και τους πλανήτες και τον Ήλιο να
γυρίζουν γύρω της, αυτό μπορεί μόνο να υπολογίζεται από την αξίωση μιας σαφούς
σχέσης ανάμεσα στις κινήσεις των εσωτερικών πλανητών και αυτής του Ηλίου.
Ειδικότερα, υποτίθεται ότι τα κέντρα των επικυκλίων της Αφροδίτης και του Ερμή
είναι πάντα ευθυγραμμισμένα με τον Ήλιο. Στο Πτολεμαϊκό σύστημα αυτό είναι
απλά μαι αυθαίρετη υπόθεση που απαιτείται από τα γεγονότα αλλά δεν είναι
εξηγήσιμα από τις βαθύτερες αρχές αυτής της θεωρίας. Στο σύστημα του
Κοπέρνικου, ότι υπάρχει ένα μεγαλύτερο μήκος για την Αφροδίτη και τον Ερμή
ακολουθεί άμεσα από το γεγονός ότι η Αφροδίτη και ο Ερμής είναι μέσα από τη
Γη, και αυτή η διάταξη των πλανητών βγαίνει από μια βαθιά αρχή κοινή και στον
Πτολεμαίο και στον Κοπέρνικο, ονομαστικά ως η μακρύτερη περίοδος του κύκλου
τόσο όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση από το κέντρο.
2 Η ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΚΙΝΗΣΗ και η αντίθεση. Οι εξωτερικοί πλανήτες γυρίζουν ανάδρομοι όταν είναι στο αντίθετο μέρος του ουρανού απο τον Ήλιο. Στο Πτολεμαϊκό σύστημα η ανάδρομη κίνηση καθορίζεται από την κίνηση του πλανήτη κατά μήκος του επικυκλίου ενώ η θέση στον ουρανό είναι κυρίως καθορισμένη από την κίνηση κατά μήκος της απόστασης. Μια αυθαίρετη σχέση ωστόσο, πρέπει να θεωρηθεί ανάμεσα σε αυτες τις κινήσεις και επίσης ανάμεσα σε αυτές τις κινήσεις και αυτήν του Ηλίου. Στην θεωρία του Κοπέρνικου ένας εξωτερικός πλανήτης τείνει να γίνεται ανάδρομος όταν η γή τον προσπερνά εσωτερικά. Ο πλανήτης ωστόσο, πρέπει να είναι απο την απ' έξω μεριά, δηλαδή, μακριά από τον Ήλιο. Έτσι πάλι μια σχέση που είναι αυθαίρετη για τον Πτολεμαίο - κατ ανάγκην από τα γεγονότα αλλά όχι σαν σε συνέπεια του οτιδήποτε άλλου απο της θεωρίας - είναι μια φυσική συνέπεια της βασικής άποψης του Κοπέρνικου.
3 ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΝΑΔΡΟΜΩΝ. Από τους εξωτερικούς πλανήτες,
ο Κρόνος γυρίζει ανάδρομος συχνότερα, έπειτα ο Δίας, και ο Άρης λιγότερο
συχνά. Με τους εσωτερικούς πλανήτες ο Ερμής είναι αυτός που γυρίζει
ανάδρομος περισσότερο από την Αφροδίτη. Στο Πτολεμαϊκό σύστημα η
συχνότητα της αναδρομής ενός πλανήτη καθορίζεται αρχικά από τη συχνότητα
της περιστροφής του γύρω από το επικύκλιό του. Ωστόσο ότι ο Κρόνος θα
περιστρεφόταν στο επικύκλιό του πιο γρήγορα από τον Δία ή τον Άρη είναι
κάτι που δεν μένει χωρίς να κραυγάζει από οποιαδήποτε βασική θεωρητική
αρχή. Ακόμη περισσότερο είναι πάλι αυθαίρετο γεγονός που φαίνεται από τις
παρατηρήσεις. Για τον Κοπέρνικο, η αναδρομή ενός εξωτερικού πλανήτη
συμβαίνει όταν η Γη προσπερνά εκείνον τον πλανήτη και η αναδρομή ενός
εσωτερικού πλανήτη συμβαίνει όταν αυτός ο πλανήτης προσπερνά τη Γη. Αφού
η γη προσπερνά τον Κρόνο πιο συχνά, μετά τον Δία και τον Άρη λιγότερο συχνά.
Και αφού ο Ερμής προσπερνά την Γη συχνότερα από την Αφροδίτη, τα γεγονότα
που αφορούν τη συχνότητα της αναδρομής υπολογίζονται άμεσα.
Πολλές ακόμη περισσότερες περιπτώσεις εντελώς ανάλογες σε εκείνες πιο πάνω έδειξαν και πραγματικά τις έδειξε ο Κοπέρνικος. Ίσως όμως οι τρεις πιο πάνω παρατηρήσεις να είναι αρκετές για να δείξουν την άποψή μου ότι πολλά στοιχεία του πτολεμαικού συστήματος είναι τελείως αυθαίρετα από τη θέση της θεωρίας. Στην έκταση που το σύστημα του Κοπέρνικου έχει λιγότερα αυθαίρετα στοιχεία, μου φαίνεται προτιμότερο σε λογικά επίπεδα.
Ο Kuhn είναι καλός γνώστης των πλανητικών φαινομένων από ότι έχω παρατηρήσεις και φαίνεται να αναγνωρίζει ότι το σύστημα του Κοπέρνικου είναι κατά κάποια έννοια ανώτερο σε σχέση με αυτά. Αλλά προτείνει πως αυτή η ανωτερότητα δεν είναι λογική. Την ονομάζει αισθητική, μια "προσωπική και αδικαιολόγητη αισθητική περίσκεψη", ένα "θέμα γούστου", και φαίνεται να συμπεραίνει απ' αυτό ότι δεν ήταν λογικό (βλ. την δεύτερη παράγραφο παραπάνω) Αλλά ο Kuhn δεν κάνει προσπάθεια να δείξει είτε ότι αυτή η περίσκεψη είναι "απλά" αισθητική ή ότι αυτή η αισθητική περίσκεψη δεν είναι λογική. Σε κάθε περίσκεψη, είναι εμφανώς ούτε προσωπικά ούτε αδικαιολόγητα, και δεν βλέπω έδαφος να τα απορρίψουμε ως παράλογα. Αυτό το παράδειγμα ωστόσο, όπως ισχυρίζεται ο Kuhn, δανείζει λογικό υπόβαθρο στην υπόθεση του Kuhn για τον παραλογισμό της επιστημονικής αλλαγής.
RICHARD J. HALL
Michigan State University
East Lansing
REFERENCES
KUHN, T. (1962) ' The Copernican Revolution. New York.
KUHN, T. (1962) * The Structure of Scientific Revolutions. Chicago.
Το πρωτότυπο:
"196 Richard J. Hall
KUHN AND THE COPERNICAN REVOLUTION
THOMAS S. KUHN states that Copernicus' system is neither simpler nor more
accurate (observationally) than the Ptolemaic system (Kuhn, 1962,* p. 169;
1962,* p. 75). If this is so, and if simplicity and observational accuracy are the
only rational grounds for preferring one scientific theory to another, then those
people who preferred Copernicus' system to Ptolemy's must have done so from
non-rational motivations. Kuhn agrees with this and suggests one such possible
motivation in the following passages.
as Copernicus himself recognized, the real appeal of sun-centered astronomy
was aesthetic rather than pragmatic. To astronomers the initial choice
between Copernicus' system and Ptolemy's could only be a matter of taste,
and matters of taste are the most difficult of all to define or debate. (Kuhn,
I962,1
p. 171)
There must.. . be a basis, though it need be neither rational nor ultimately
correct, for faith in the particular candidate [theory] chosen. Something
must make at least a few scientists feel that the new proposal is on the right
track, and sometimes it is only personal and inarticulate aesthetic considerations
that can do that. Men have been converted by them at times when
most of the articulable technical arguments pointed the other way. When
first introduced, neither Copernicus' astromical theory nor De Broglie's
theory of matter had many other significant grounds of appeal.' (Kuhn,
1962,* p. 157)
I do not wish to deny the efficacy of such arguably non-rational factors as
aesthetic appeal in causing people to prefer the Copernican system. However,
it can be shown that, contrary to what Kuhn says, the Copernican system is
also less arbitrary than the Ptolemaic in several clear-cut ways, so that, other
things being equal, the Copernican system was preferable on undisputedly
rational grounds. (Of course, other things presumably weren't equal since
Ptolemy's system fits in somewhat better with the general Aristotelian framework,
for which there was not yet an adequate alternative.) I shall mention three
planetary phenomena for which the explanation on Copernicus' view is clearly
simpler than on Ptolemy's.
1 THE MAXIMUM ELONGATION of Venus and Mercury. The inferior planets,
Mercury and Venus, share an observational characteristic which differentiates
them from the superior planets. It is that they are always seen relatively close
to the sun. Mercury's maximum elongation varies from 180
to 280
and Venus'
is about 470
. In the Ptolemaic system with the earth at the centre and the planets
and sun going around it, this can only be accounted for by postulating a certain
relationship between the motions of the inferior planets and that of the sun.
In particular, it is assumed that the centres of the epicycle of Venus and Mercury
are always in line with the sun. In the Ptolemaic system this is simply an arbitrary
assumption required by the facts but not explainable by any deeper principles
of the theory. In the Copernican system, that there is a maximum elongation
for Venus and Mercury follows immediately from the fact that Venus and Mercury
are inside the Earth, and this ordering of the planets follows in turn from
a deep seated principle common to both Ptolemy and Copernicus, namely the
longer a planet's period of revolution, the greater its distance from the centre.
Downloaded from https://academic.oup.com/bjps/article-abstract/21/2/196/1496477
by guest
on 01 January 2018
Kuhn and the Copernican Revolution 197
2 RETROGRADE MOTION and opposition. The superior planets only retrogress
when they are in the opposite part of the heavens from the sun. In the Ptolemaic
system retrograde motion is determined by the planet's motion along the epicycle
while position in the heavens is primarily determined by motion along
the deferrent. An arbitrary relationship, therefore, must be postulated between
these motions and also between these motions and that of the sun. In Copernicus'
theory a superior planet appears to retrogress when the Earth overtakes
it on the inside. The planet, therefore, must be on the outside, that is, away from
the sun. Thus again a relationship which is arbitrary for Ptolemy—necessitated
by the facts but not a consequence of anything else in the theory—is a natural
consequence of the basic Copernican viewpoint.
3 FREQUENCY OF RETROGRESSIONS. Of the superior planets, Saturn retrogresses
most frequently, Jupiter next, and Mars least frequently. With the inferior
planets, Mercury retrogresses more frequently than Venus. In the Ptolemaic
system the frequency of a planet's retrogression is determined primarily by the
frequency of its revolution around its epicycle. However, that Saturn should
revolve in its epicycle more rapidly than Jupiter or Mars is not implied by any
fundamental principles of the theory; rather it is again an arbitrary fact dictated
by the observations. For Copernicus, retrogression of a superior planet occurs
when the Earth overtakes that planet and retrogression of an inferior planet
occurs when that planet ovetakes the Earth. Since the Earth overtakes Saturn
most frequently, Jupiter next, and Mars least often; and since Mercury overtakes
the Earth more frequently than Venus, the facts about frequency of retrogression
are immediately accounted for.
Several further instances quite analogous to those above could be pointed
out and indeed were pointed out by Copernicus. But perhaps the three mentioned
will be sufficient to demonstrate my point that many features of the Ptolemaic
system are quite arbitrary from the standpoint of theory. In so far as Copernicus'
system has fewer of these arbitrary features, it seems to me obviously preferable
on rational grounds.
Kuhn is well aware of the planetary phenomena I have mentioned and seems
to recognise that the Copernican system is in some sense superior in the way it
accounts for them. But he suggests that this superiority is not rational. He calls
it aesthetic, a 'personal and inarticulate aesthetic consideration', a 'matter of
taste'; and he seems to infer from this that it wasn't rational (see the second
passage quoted above). But Kuhn makes no attempt to show either that these
considerations are 'merely' aesthetic or that aesthetic considerations are not
rational. In any case, they are obviously neither personal nor inarticulable, and
I see no grounds to dismiss them as non-rational. This example does not,
therefore, as Kuhn supposes, lend rational support to Kuhn's hypothesis of the
non-rationality of scientific change.
RICHARD J. HALL
Michigan State University
East Lansing
REFERENCES
KUHN, T. (1962) ' The Copernican Revolution. New York.
KUHN, T. (1962) *
The Structure of Scientific Revolutions. Chicago.
Downloaded from https://academic.oup.com/bjps/article-abstract/21/2/196/1496477
by guest
on 01 January 2018"